«Σκληρός ὁ λόγος! Τίς δύναται αὐτοῦ ἀκούειν» (Ἰωάν 6,6)ἔλεγαν οἱ Ἰουδαῖοι, γυρίζοντας τίς πλάτες στόν Κύριον Ἰησοῦν. Ἐν τούτοις ὁ Χριστός δέν ἀναθεώρησε τούς λόγους του περί ἀληθείας γιά νά συγκρατήση τά πλήθη.
Τό νά μᾶς ἐγκαταλείπουν οἱ ἀναγνῶστες καί οἱ πιστοί εἶναι μᾶλλον καλόν σημεῖον, μία ἀπόδειξις τῆς πιστότητός μας στίς ἀπαιτήσεις τοῦ Εὐαγγελίου. Μᾶς ἀποκαλοῦν, ἐμᾶς τούς Ματθαιϊκούς, φανατικούς ὀπαδούς. Αὐτό εἶναι ὅπως ὅταν ποῦμε κάποιον ὅτι εἶναι εὐγενικός, διότι δέν μποροῦμε νά ποῦμε κάτι περισσότερον. Τό νά εἶσαι φανατικός εἶναι μία ἠθική συμπεριφορά,ὅπως τό νά εἶσαι ἀμαθής, νωθρός ἤ ἀδιάφορος. Αὐτό δέν τροποποιεῖ τήν ἀλήθεια, τήν γνησιότητα τῆς πίστεώς μας. Τό νά εἶσαι φανατικός ἀπό τήν πλευράν σου δέν εἶναι ὑποχρεωτικόν κακόν, ὅταν πρόκειται περί τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεός μας εἶναι Θεός ζηλωτής πού δέν ἀνέχεται ὁποιαδήποτε ἀνάμειξιν τοῦ λάθους μέ τήν ἀλήθειαν.
Αὐτές τίς ἡμέρες ἑορτάζουμε τόν Ἅγιον Ἀθανάσιον τόν Μέγα, ὡς στῦλον τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπέρασε ὅλην τήν ζωήν του στήν ἐξορίαν, ὑπέμεινε τόν διωγμόν γιά μίαν μόνον λέξιν, τήν λέξιν ὁμοούσιος.’Ἐν τούτοις μποροῦσε νά κάνει παραχώρησιν ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι ὀπαδοί τῆς «εἰρήνης» καί νά υἱοθετήση τήν προτεινομένην λέξιν: «ὅμοιος στήν οὐσία».
Καί ὅμως, αὐτός ὁ «φανατισμός» εἶναι πού διατήρησε τήν πίστιν ἀνόθευτη.
Ὅλο τό πλῆθος τῶν ὁμολογητῶν καί τῶν μαρτύρων εἶχε τήν ἴδια στάσιν ὅταν ἐπρόκειτο περί πίστεως. Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρός μέ ὅλην του τήν ἁπλότητα δέν ἔβαλε θυμίαμα εἰς τό Ἱερόν τοῦ Καίσαρος. Μάλιστα δέν τοῦ ἐζητήθη εὐθέως νά ἀρνηθῆ τόν Χριστόν ἀλλά νά εἶναι ὀλιγώτερον ἀδιάλλακτος, νά ἀναγνωρίση ἐπίσης καί τήν λατρείαν τοῦ Αὐτοκράτορος.
Ἀλλά θά μοῦ πῆτε: Στίς ἡμέρες μας, ποιός μιλᾶ γιά ἕνωσι μέ μία τέτοια εἰδωλολατρείαν; Ἔστω! Ἀλλά αὐτή ἡ εἰδωλολατρεία πῆρε ἄλλες μορφές, περισσότερον ἐξευγενισμένες, περισσότερον ὕπουλες.
Δέν πιέζουμε κανέναν νά μᾶς ἀκολουθήση. Ἄς διαλέξει ὁ καθένας τήν πίστιν πού τοῦ ταιριάζει. Ὑπάρχουν γιά ὅλα τά γοῦστα.Ἀλλά τουλάχιστον, νά μᾶς ἀφήσουν νά ἀκολουθήσωμε ἐμεῖς τήν
Τό νά μᾶς ἐγκαταλείπουν οἱ ἀναγνῶστες καί οἱ πιστοί εἶναι μᾶλλον καλόν σημεῖον, μία ἀπόδειξις τῆς πιστότητός μας στίς ἀπαιτήσεις τοῦ Εὐαγγελίου. Μᾶς ἀποκαλοῦν, ἐμᾶς τούς Ματθαιϊκούς, φανατικούς ὀπαδούς. Αὐτό εἶναι ὅπως ὅταν ποῦμε κάποιον ὅτι εἶναι εὐγενικός, διότι δέν μποροῦμε νά ποῦμε κάτι περισσότερον. Τό νά εἶσαι φανατικός εἶναι μία ἠθική συμπεριφορά,ὅπως τό νά εἶσαι ἀμαθής, νωθρός ἤ ἀδιάφορος. Αὐτό δέν τροποποιεῖ τήν ἀλήθεια, τήν γνησιότητα τῆς πίστεώς μας. Τό νά εἶσαι φανατικός ἀπό τήν πλευράν σου δέν εἶναι ὑποχρεωτικόν κακόν, ὅταν πρόκειται περί τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Θεός μας εἶναι Θεός ζηλωτής πού δέν ἀνέχεται ὁποιαδήποτε ἀνάμειξιν τοῦ λάθους μέ τήν ἀλήθειαν.
Αὐτές τίς ἡμέρες ἑορτάζουμε τόν Ἅγιον Ἀθανάσιον τόν Μέγα, ὡς στῦλον τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπέρασε ὅλην τήν ζωήν του στήν ἐξορίαν, ὑπέμεινε τόν διωγμόν γιά μίαν μόνον λέξιν, τήν λέξιν ὁμοούσιος.’Ἐν τούτοις μποροῦσε νά κάνει παραχώρησιν ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι ὀπαδοί τῆς «εἰρήνης» καί νά υἱοθετήση τήν προτεινομένην λέξιν: «ὅμοιος στήν οὐσία».
Καί ὅμως, αὐτός ὁ «φανατισμός» εἶναι πού διατήρησε τήν πίστιν ἀνόθευτη.
Ὅλο τό πλῆθος τῶν ὁμολογητῶν καί τῶν μαρτύρων εἶχε τήν ἴδια στάσιν ὅταν ἐπρόκειτο περί πίστεως. Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρός μέ ὅλην του τήν ἁπλότητα δέν ἔβαλε θυμίαμα εἰς τό Ἱερόν τοῦ Καίσαρος. Μάλιστα δέν τοῦ ἐζητήθη εὐθέως νά ἀρνηθῆ τόν Χριστόν ἀλλά νά εἶναι ὀλιγώτερον ἀδιάλλακτος, νά ἀναγνωρίση ἐπίσης καί τήν λατρείαν τοῦ Αὐτοκράτορος.
Ἀλλά θά μοῦ πῆτε: Στίς ἡμέρες μας, ποιός μιλᾶ γιά ἕνωσι μέ μία τέτοια εἰδωλολατρείαν; Ἔστω! Ἀλλά αὐτή ἡ εἰδωλολατρεία πῆρε ἄλλες μορφές, περισσότερον ἐξευγενισμένες, περισσότερον ὕπουλες.
Δέν πιέζουμε κανέναν νά μᾶς ἀκολουθήση. Ἄς διαλέξει ὁ καθένας τήν πίστιν πού τοῦ ταιριάζει. Ὑπάρχουν γιά ὅλα τά γοῦστα.Ἀλλά τουλάχιστον, νά μᾶς ἀφήσουν νά ἀκολουθήσωμε ἐμεῖς τήν
2
ὁδόν πού μᾶς χάραξαν οἱ Πατέρες μας. Μιά μέρα θά χρειασθῆ νά ἀπαντήσουμε ἐμπρός στόν Θεόν σύμφωνα μέ τήν καθαρήν συνείδησίν μας. Δέν θά εἶναι οἱ Χριστιανοί μέ τήν διαπλατυνισμένην συνείδησιν αὐτοί οἱ ὁποῖοι θά ἀπαντήσουν γιά λογαριασμόν μας.
Ἄλλοι θέλουν, ὅλοι οἱ ἀντι- οἰκουμενισταί νά ἑνωθοῦν. Αὐτό εἶναι ὁ οἰκουμενισμός ἀπό τήν ἀνάποδη. Εἴμαστε κατ ́ἀρχάς ὀρθόδοξοι καί κατόπιν ἀντι-οἰκουμενισταί.
Νά ἑνωθοῦμε κατά τήν ὑπάρχουσαν κατάστασιν τῶν πραγμάτων μέ ὅλους αὐτούς πού ὀνομάζονται Γ.Ο.Χ. δέν μᾶς ἐνδιαφέρει περισσότερον.Τί μᾶς χρησιμεύει μία ἕνωσις μέ ἀνθρώπους μέ τούς ὁποίους δέν ἔχομε κάτι κοινόν παρά τό ὄνομα;
Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως τῶν Ματθαιϊκῶν εἶναι ἡ ἴδια, εἰς τόν λόγον καί τήν πρᾶξιν, ἀπό τό μισητόν σχῖσμα τοῦ ἔτους 1924. Καί αὐτή ἡ ὁμολογία ἤ ὁμολογία πίστεως δέν ἐπεννοήθη ξαφνικά καί τυχαία, ἀλλά εἶναι αὐτή τῶν Πατέρων μας.
Καμμία ἀπό τίς ἄλλες παρατάξεις δέν ἠμπορεῖ νά εἰπῆ αὐτά.Κατά τήν διάρκειαν τῶν 50 χρόνων, ὅλοι ἄλλαξαν ὁμολογίαν πίστεως σύμφωνα μέ τίς εὐκαιρίες.
Αὐτοί οἱ ἀνδρεῖοι ἄνθρωποι πού μᾶς παροξύνουν γιά τήν ἕνωσιν θαρραλαία, πρίν τήν διορθώσουν ἄς ζήσουν πρῶτα τήν Ὀρθοδοξίαν.
Οἱ φίλοι τοῦ Ἰώβ οἱ ὁποῖοι δέν συμετεῖχαν ποτέ καί ἱκανοποιοῦντο, ὡς θεαταί, νά συμβουλεύσουν καί νά κρίνουν,ἀποδοκιμάσθηκαν, καί ὁ Ἰώβ ἦταν αὐτός πού ὁ Θεός ἀπεκάλεσε φίλον Του. Δέν μᾶς ἀνήκει λοιπόν νά ἀποστειρώσουμε τήν Ὀρθοδοξίαν, ἀλλά αὐτές τίς εὐπαθεῖς συνειδήσεις, ὥστε νά παραχθοῦν ἀντισώματα.
Αὐτό τό φυλλάδιον δέν γράφτηκε «γιά χρῆσιν τοῦ Δελφινιοῦ». Καί ἐμεῖς δέν εἴμαστε πνευματικοί οἰκολόγοι. Τό ὄνειρόν μας δέν εἶναι νά ἐπανιδρύσωμε τόν ἐπίγειον Παράδεισον. «Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία μάχη» ἔλεγε ὁ ἡλικιωμένος Ἰώβ.Ἕνα λόγο παραπάνω, αὐτό ἰσχύει γιά τήν Ἐκκλησίαν στό σύνολόν της.
Αὐτός πού θέλει μίαν εἰρηνοποιόν καί συναισθηματικήν πνευματικότητα ὀφείλει νά ἀπευθυνθεῖ ἀλλοῦ. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι κάτι περισσότερον ἀπό μία ἠθικότητα, ἀπό μία πνευματικότητα.Εἶναι μία ζωή μέ τίς δυσκολίες της, τίς παραξενιές της, τούς ἀγῶνες της, τίς ἀπαιτήσεις της.
Ἄλλοι θέλουν, ὅλοι οἱ ἀντι- οἰκουμενισταί νά ἑνωθοῦν. Αὐτό εἶναι ὁ οἰκουμενισμός ἀπό τήν ἀνάποδη. Εἴμαστε κατ ́ἀρχάς ὀρθόδοξοι καί κατόπιν ἀντι-οἰκουμενισταί.
Νά ἑνωθοῦμε κατά τήν ὑπάρχουσαν κατάστασιν τῶν πραγμάτων μέ ὅλους αὐτούς πού ὀνομάζονται Γ.Ο.Χ. δέν μᾶς ἐνδιαφέρει περισσότερον.Τί μᾶς χρησιμεύει μία ἕνωσις μέ ἀνθρώπους μέ τούς ὁποίους δέν ἔχομε κάτι κοινόν παρά τό ὄνομα;
Ἡ ὁμολογία τῆς πίστεως τῶν Ματθαιϊκῶν εἶναι ἡ ἴδια, εἰς τόν λόγον καί τήν πρᾶξιν, ἀπό τό μισητόν σχῖσμα τοῦ ἔτους 1924. Καί αὐτή ἡ ὁμολογία ἤ ὁμολογία πίστεως δέν ἐπεννοήθη ξαφνικά καί τυχαία, ἀλλά εἶναι αὐτή τῶν Πατέρων μας.
Καμμία ἀπό τίς ἄλλες παρατάξεις δέν ἠμπορεῖ νά εἰπῆ αὐτά.Κατά τήν διάρκειαν τῶν 50 χρόνων, ὅλοι ἄλλαξαν ὁμολογίαν πίστεως σύμφωνα μέ τίς εὐκαιρίες.
Αὐτοί οἱ ἀνδρεῖοι ἄνθρωποι πού μᾶς παροξύνουν γιά τήν ἕνωσιν θαρραλαία, πρίν τήν διορθώσουν ἄς ζήσουν πρῶτα τήν Ὀρθοδοξίαν.
Οἱ φίλοι τοῦ Ἰώβ οἱ ὁποῖοι δέν συμετεῖχαν ποτέ καί ἱκανοποιοῦντο, ὡς θεαταί, νά συμβουλεύσουν καί νά κρίνουν,ἀποδοκιμάσθηκαν, καί ὁ Ἰώβ ἦταν αὐτός πού ὁ Θεός ἀπεκάλεσε φίλον Του. Δέν μᾶς ἀνήκει λοιπόν νά ἀποστειρώσουμε τήν Ὀρθοδοξίαν, ἀλλά αὐτές τίς εὐπαθεῖς συνειδήσεις, ὥστε νά παραχθοῦν ἀντισώματα.
Αὐτό τό φυλλάδιον δέν γράφτηκε «γιά χρῆσιν τοῦ Δελφινιοῦ». Καί ἐμεῖς δέν εἴμαστε πνευματικοί οἰκολόγοι. Τό ὄνειρόν μας δέν εἶναι νά ἐπανιδρύσωμε τόν ἐπίγειον Παράδεισον. «Ἡ ζωή τοῦ ἀνθρώπου εἶναι μία μάχη» ἔλεγε ὁ ἡλικιωμένος Ἰώβ.Ἕνα λόγο παραπάνω, αὐτό ἰσχύει γιά τήν Ἐκκλησίαν στό σύνολόν της.
Αὐτός πού θέλει μίαν εἰρηνοποιόν καί συναισθηματικήν πνευματικότητα ὀφείλει νά ἀπευθυνθεῖ ἀλλοῦ. Ἡ Ὀρθοδοξία εἶναι κάτι περισσότερον ἀπό μία ἠθικότητα, ἀπό μία πνευματικότητα.Εἶναι μία ζωή μέ τίς δυσκολίες της, τίς παραξενιές της, τούς ἀγῶνες της, τίς ἀπαιτήσεις της.
3
Γιά ἕναν ὀρθόδοξον, ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς πρέπει νά εἶναι ὁ μοναδικός στόχος, ἡ μοναδική φροντίδα.
Αὐτός πού ψάχνει σ’ αὐτήν ἄλλο πρᾶγμα κάνει λάθος δρόμο.Ὁ π. Βασίλειος ἔλεγε κάποτε: « Ἐάν ἡ Ὀρθοδοξία βρίσκεται στούς παπποῦδες, ἄς πᾶμε ἐκεῖ, ἀκόμη καί ἐάν αὐτό μᾶς κοστίζει».
«Αὐτοί εἶναι μεθυσμένοι». Ἔτσι χαρακτηρίσθηκαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κατά τήν Πεντηκοστήν. Μεθυσμένοι, ναί, ἀλλά μεθυσμένοι ἀπό Πνεῦμα Ἅγιον. Τό ἀποτέλεσμα τῆς χάριτος γελοιοποιήθηκε.
Αὐτός πού δέν θέλει νά ἰδῆ ἄς κλείσει τά μάτια του. Ἀλλά νά κλείσει καί τό στόμα του καί νά μή ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ νύκτα εἶναι μαύρη, εἰδάλλως θά εἶναι γελοῖος στά μάτια αὐτῶν πού βλέπουν.
Ἴσως μπορεῖ νά ἐντυπωσιάσει μέ τή ἀδελφοσύνη αὐτούς πού ποτέ δέν ἐβίωσαν οὔτε ἐγεύτηκαν Ὀρθοδοξία, οἱ ὁποῖοι δέν γνωρίζουν παρά τό ἐξωτερικόν της ἤ τήν γελοιογραφίαν της, ἀλλά μέ κανένα τρόπον αὐτόν πού εἶναι στερεωμένος εἰς τήν Ὀρθόδοξον πίστιν.
Ἄς μᾶς μεταχειρίζονται λοιπόν ὡς φανατικούς, ἀμαθεῖς,μεθυσμένους ἤ μέ ἄλλους χαρακτηρισμούς, αὐτό δέν μᾶς κάνει οὔτε ζέστη οὔτε κρύο. Ἀλλά ἄς μή μᾶς χωρίζουν ἀπό τήν Ὀρθοδοξίαν, ἄς μᾶς ἀφήσουν νά βαδίσουμε εὐσυνειδήτως,ἀκριβῶς εἰς τά ἴχνη τῶν Πατέρων μας.
Ὑμέτερος Ἱερομόναχος Κασσιανός
Αὐτός πού ψάχνει σ’ αὐτήν ἄλλο πρᾶγμα κάνει λάθος δρόμο.Ὁ π. Βασίλειος ἔλεγε κάποτε: « Ἐάν ἡ Ὀρθοδοξία βρίσκεται στούς παπποῦδες, ἄς πᾶμε ἐκεῖ, ἀκόμη καί ἐάν αὐτό μᾶς κοστίζει».
«Αὐτοί εἶναι μεθυσμένοι». Ἔτσι χαρακτηρίσθηκαν οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι κατά τήν Πεντηκοστήν. Μεθυσμένοι, ναί, ἀλλά μεθυσμένοι ἀπό Πνεῦμα Ἅγιον. Τό ἀποτέλεσμα τῆς χάριτος γελοιοποιήθηκε.
Αὐτός πού δέν θέλει νά ἰδῆ ἄς κλείσει τά μάτια του. Ἀλλά νά κλείσει καί τό στόμα του καί νά μή ἰσχυρίζεται ὅτι ἡ νύκτα εἶναι μαύρη, εἰδάλλως θά εἶναι γελοῖος στά μάτια αὐτῶν πού βλέπουν.
Ἴσως μπορεῖ νά ἐντυπωσιάσει μέ τή ἀδελφοσύνη αὐτούς πού ποτέ δέν ἐβίωσαν οὔτε ἐγεύτηκαν Ὀρθοδοξία, οἱ ὁποῖοι δέν γνωρίζουν παρά τό ἐξωτερικόν της ἤ τήν γελοιογραφίαν της, ἀλλά μέ κανένα τρόπον αὐτόν πού εἶναι στερεωμένος εἰς τήν Ὀρθόδοξον πίστιν.
Ἄς μᾶς μεταχειρίζονται λοιπόν ὡς φανατικούς, ἀμαθεῖς,μεθυσμένους ἤ μέ ἄλλους χαρακτηρισμούς, αὐτό δέν μᾶς κάνει οὔτε ζέστη οὔτε κρύο. Ἀλλά ἄς μή μᾶς χωρίζουν ἀπό τήν Ὀρθοδοξίαν, ἄς μᾶς ἀφήσουν νά βαδίσουμε εὐσυνειδήτως,ἀκριβῶς εἰς τά ἴχνη τῶν Πατέρων μας.
Ὑμέτερος Ἱερομόναχος Κασσιανός
Υ.Γ. Ἡ πλειονότης δέν εἶναι πολυάριθμοι ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἀποφεύγουν νά ἐνημερωθοῦν καί πού κρίνουν ὅλα μή γνωρίζοντας τίποτε. Ἕνα μόνον ἄτομο καί πλέον ὁ Θεός, ἰδού ἡ πλειονότης...!(ἕνας Ἀθωνίτης Πατέρας).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου