Παρασκευή 19 Μαρτίου 2010

Ἀγάπην δέ μή ἔχω...

«Ἐάν ταῖς γλώσσαις τῶν ἀνθρώπων λαλῶ καί τῶν ἀγγέλων, ἀγάπην δέ µή ἔχω,

γέγονα χαλκός ἠχῶν ἤ κύµβαλον ἀλαλάζον. Καί ἐάν ἔχω προφητείαν καί εἰδῶ

τά µυστήρια πάντα καί πᾶσαν τήν γνῶσιν, καί ἐάν ἔχω πᾶσαν τήν πίστιν, ὥστε

ὄρη µεθιστάνειν, ἀγάπην δέ µή ἔχω, οὐδέν εἰµί» (Α΄ Κορ. ιγ΄, 1-2).

Ὅλες αὐτές οἱ δωρεές, γιά τίς ὁποίες µιλάει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι

δωρεές πού τό Ἅγιο Πνεῦµα δίνει πρός οἰκοδοµή τῆς Ἐκκλησίας. Πρόκειται

γιά χαρίσµατα, τά ὁποία δέν ἐξαρτῶνται ἀπό τίς ἀρετές µας, ἀλλά πού

δίνονται γιά τό κοινό καλό καί τά ὁποία µποροῦν ἀκόµη νά εἶναι βλαβερά καί

νά µᾶς κάνουν νά πέσουµε, γιά παράδειγµα, στήν ὑπερηφάνεια. Μποροῦν νά

δοθοῦν ἀκόµα καί σέ αὐτούς πού δέν εἶναι ἄξιοι, ὅπως βλέπουµε κάπου στό

Εὐαγγέλιο, ὅπου ὁ Χριστός λέει σ’ αὐτούς πού δηλώνουν ὅτι ἔκαναν ἐκεῖνο ἤ

τό ἄλλο στό ὄνοµά Του: «∆εν σᾶς γνωρίζω»!

Ἀπεναντίας, ἡ ἀγάπη εἶναι µιά ἀρετή – ἡ κορωνίδα τῶν ἀρετῶν – τήν ὁποία

ἀκολουθοῦν ὅλες οἱ ἄλλες ἀρετές: ταπείνωση, ὑποµονή κλπ.

Ἔτσι, χωρίς τήν ἀγάπη, ὅλες οἱ παραπάνω δωρεές δέν ἀξίζουν τίποτα. Ἔχουν

ἀξία µόνο ὅταν βασίζονται στήν ἀγάπη. Γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος συνεχίζει: «Καί

ἐάν ψωµίσω πάντα τά ὑπάρχοντά µου, καί ἐάν παραδῶ τό σῶµά µου ἵνα

καυθήσοµαι, ἀγάπην δέ µή ἔχω, οὐδέν ὠφελοῦµαι» (Α΄ Κορ. ιγ΄, 3). Τό νά κάνεις

ἐλεηµοσύνη εἶναι σηµάδι εὐσπλαγχνίας καί γενναιοδωρίας καί τό νά δίνεις τήν

ζωή σου ἐκφράζει τήν ἀγάπη καί τήν πίστη. Αὐτές οἱ δύο πράξεις, ὅµως,

µποροῦν νά γίνουν µέ ὄχι τόσο ἀξιέπαινες προθέσεις: χάριν ἐπιδείξεως ἤ

φανατισµοῦ γιά παράδειγµα. Χωρίς τήν ἀγάπη, λοιπόν, δέν ἀξίζουν τίποτα καί

εἶναι περισσότερο καταδικαστέες.

Ὁ Ἀπόστολος συνεχίζει καί ἐξηγεῖ αὐτό πού εἶναι ἡ ἀληθινή ἀγάπη: «Ἡ ἀγάπη

µακροθυµεῖ, χρηστεύεται, ἡ ἀγάπη οὐ ζηλοῖ, ἡ ἀγάπη οὐ περπερεύεται, οὐ

φυσιοῦται, οὐκ ἀσχηµονεῖ, οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς, οὐ παροξύνεται, οὐ λογίζεται τό

κακόν, οὐ χαίρει ἐπί τῇ ἀδικίᾳ, συγχαίρει δέ τῇ ἀληθείᾳ˙ πάντα στέγει, πάντα

πιστεύει, πάντα ἐλπίζει, πάντα ὑποµένει˙ ἡ ἀγάπη οὐδέποτε ἐκπίπτει» (Α΄

Κορ. ιγ΄, 4-7).

Ὅλες αὐτές οἱ δωρεές, δωσµένες «πρός τό συµφέρον» (Α΄ Κορ. ιβ΄, 7), εἶναι

πρόσκαιρες µόνο καί µή ὁλοκληρωµένες, καί θά ἔλεγα ἀκόµα καί

διφορούµενες, γιατί µπορεῖ νά τίς χάσουµε, ἄν δέν βασίζονται στήν ταπείνωση

καί τήν ἀγάπη. «Ἐκ µέρους δέ γιγνώσκοµεν καί ἐκ µέρους προφητεύοµεν˙ ὅταν

δέ ἔλθῃ τό τέλειον, τότε τό ἐκ µέρους καταργηθήσεται» (Α΄ Κορ. ιγ΄, 9-10).

Ἀπό τήν ἀγάπη, λοιπόν, ἀναγνωρίζουµε τούς ἀληθινούς ἀκολούθους τοῦ

Χριστοῦ. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι πολύ µορφωµένοι, πού µιλοῦν µέ εὐφράδεια καί

µέ εὐκολία καί πού κάποιες φορές ἔχουν δίκιο στά λεγόµενά τους – καί ὁ

διάβολος, ἐπίσης, λέει ἐνίοτε τήν άλήθεια, ἀλλά πάντα γιά νά µᾶς ρίξει. Ἄν

παρ’ ὅλα αὐτά οἱ πράξεις αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων ἀντανακλοῦν µόνο φανατισµό

καί ὑπερηφάνεια καί ἄν ὁ ἀκρογωνιαίος λίθος, πού εἶναι ἡ ἀγάπη, ἐκλείπει,

καλύτερα νά ἀποµακρυνθοῦµε, γιατί τό µόνο πού θά κάνουν εἶναι νά µᾶς

ἀποπλανήσουν. Καί ἐπαναλαµβάνω: ἀκόµα κι ἄν ἔχουν δίκιο σέ ὁρισµένες

περιπτώσεις!

Ἐάν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη, τήν ὁποία κηρύττει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ἡ ὁποία

βασίζεται στήν ταπείνωση, ὅλα τά προβλήµατα, πού ὑπάρχουν στήν Ἐκκλη-

σία, θά βροῦν λύση. Ἐάν µιλάω σέ κάποιον µέ ταπείνωση καί ἀγάπη, ἀκόµη κι

ἄν εἶναι ὑπερήφανος ἤ ὀργισµένος, θά γλυκάνει καί θά µέ ἀκούσει. ∆έν εἶναι,

λοιπόν, τά ἴδια τά προβλήµατα ἡ βαθύτερη αἰτία, ἀλλά ἡ πνευµατική µας

προδιάθεση, γιά νά ἐκφραστῶ διαφορετικά. Ἡ ἔλλειψη ὀµονοίας καί ἡ

ἀνάπτυξη ἔριδων ἔχουν τίς ἴδιες ρίζες. Ὁ καθένας µένει στήν θέση του, τήν

ὁποία πιστεύει ὡς σωστή καί ἀσφαλή, καί δέν κάνει καµµιά προσπάθεια νά

µπεῖ στήν θέση τοῦ ἄλλου προκειµένου νά βρεῖ µιά πραγµατική λύση στά

προβλήµατα. Μέσα στήν Ἐκκλησία ὅλα µποροῦν νά λυθοῦν, γιατί εἶναι

χτισµένη πάνω στήν Πέτρα τῆς Ἀληθείας. Ἡ ἐµπειρία της εἶναι τεράστια καί

ἔχει τό γιατρικό γιά τά πάντα, ὅσο βρισκόµαστε µέσα σ’ Αὐτήν.

Καί γιά νά τελειώσω, ἀναφέρω ξανά τά λόγια τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, πού

γνώρισε τά ἴδια προβλήµατα (φιλονεικίες καί ἔριδες), στήν ἐποχή του:

«Ἐδηλώθη γάρ µοι περί ὑµῶν, ἀδελφοί µου, ὑπό τῶν Χλόης ὅτι ἔριδες ἐν ὑµῖν

εἰσί. Λέγω δέ τοῦτο, ὅτι ἕκαστος ὑµῶν λέγει˙ ἐγώ µέν εἰµί Παύλου, ἐγώ δέ

Ἀπολλώ, ἐγώ δέ Κηφᾶ, ἐγώ δέ Χριστοῦ. Μεµέρισται ὁ Χριστός; Μή Παῦλος

ἐσταυρώθη ὑπέρ ὑµῶν; ἤ εἰς τό ὄνοµα Παύλου ἐβαπτίσθητε;» (Α΄ Κορ.α΄,11-13).

Λέγοντας ὅλα αὐτά, δέν µιλάω ἀφηρηµένα, ἀλλά ἔχω στό µυαλό µου

συγκεκριµένα προβλήµατα καί ἐλπίζω ἐκείνοι οἱ ὁποίοι ἐµπλέκονται νά

ἔλθουν εἰς ἐπίγνωσιν.

Ἀρχιµανδρίτης Κασσιανός

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΜΉΝΥΜΑ ΤΗΣ ΓΈΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΎ

  Οι Ισραηλίτες ζήτησαν έναν «Θεό που να περπατάει», καθώς τα άλλα έθνη είχαν θεούς από ξύλο και πέτρα. Εκείνοι, όμως, είπαν στον Ααρών: « (...